Το ντεμπούτο του με τα κιτρινόμαυρα πραγματοποίησε ο Γκρεγκόρζ Κριχόβιακ. Tο απόγευμα της Κυριακής (20/3) o νεαποκτηθείς άσος της ΑΕΚ αγωνίστηκε στο ντέρμπι κόντρα στον ΠΑΟΚ κι έγινε έτσι ο 82ος Πολωνός που παίζει στην πατρίδα μας.

Μάλιστα, με την εν λόγω σπουδαία μεταγραφική κίνηση της «Ένωσης», η χώρα του 32χρονου χαφ σκαρφάλωσε στην 7η θέση της λίστας με τις παρουσίες ξένων ποδοσφαιριστών στην Ελλάδα. Επιλογές, αν μην τι άλλο λοιπόν, υπάρχουν πολλές. Οπότε, το sport-fm.gr καταρτίζει την καλύτερη ενδεκάδα Πολωνών που έπαιξε στην πατρίδα μας.

Να σημειωθεί ότι βασικό κριτήριο ανάδειξης είναι η προσφορά του κάθε ποδοσφαιριστή στην ομάδα (ή και ομάδες) που αγωνίστηκε. Βέβαια, υπήρχαν και θέσεις που έγινε ένα μικρό… σκόντο λόγω ελάχιστων εναλλακτικών. Πάμε σε φουλ επιθετικό σχήμα -ελέω της πολυάριθμης παρουσίας καλών επιθετικογενών παικτών- αφήνοντας έξω ποδοσφαιριστές όπως ο… Έμπι Σμόλαρεκ (Καβάλα 2010)!

Τερματοφύλακας: Γιόσεφ Βάντσικ

Κάθε καλή ομάδα ξεκινά από τον «άσσο» κι ευτυχώς για την εν λόγω πειραματική ενδεκάδα υπάρχει διαθέσιμος ο σπουδαιότερος ξένος τερματοφύλακας που έχει αγωνιστεί στην Ελλάδα. Δεν νοείται να μην επιλεχθεί ο Γιόσεφ Βάντσικ, ο οποίος έγραψε το δικό του «χρυσό» κεφάλαιο στην ιστορία της εγχώριας Λίγκας κυρίως την εννιαετία (1990-1999) που υπερασπίστηκε την εστία του Παναθηναϊκού.

Με το «τριφύλλι» πανηγύρισε τρία πρωταθλήματα, τέσσερα Κύπελλα και δύο Σούπερ Καπ, ενώ προφανώς μεταξύ άλλων ξεχωρίζει και η σπουδαία πορεία μέχρι τα ημιτελικά του Champions League τη σεζόν 1995-96. Το «Βουνό» βρίσκεται στις θέσεις «2» (908′) και «4» (872′) στη λίστα με τα κορυφαία ρεκόρ απαραβίαστης εστίας όλων των εποχών στην Α’ Εθνική κατηγορία. Συμπλήρωσε 52 εμφανίσεις με την εθνική Πολωνίας, ενώ την παρουσία του στους «πράσινους» διαδέχτηκαν τα μονοετή περάσματα από τον Απόλλωνα Σμύρνης και τον Αθηναϊκό (στον οποίο ολοκλήρωσε την καριέρα του το 2001). Συνολικά βρίσκεται στη 2η θέση με τις περισσότερες συμμετοχές (280) Πολωνών ποδοσφαιριστών στο ελληνικό πρωτάθλημα.

Δεξί μπακ: Μίροσλαβ Σνάουτσνερ

Δεν πανηγύρισε κάποιον τίτλο στα χρόνια που αγωνίστηκε στην Ελλάδα, ωστόσο η δεκαετή του παρουσία στα ελληνικά δρώμενα τον κατατάσσει εύκολα ως τον πολυτιμότερο Πολωνό δεξιό μπακ που έχει αγωνιστεί στην πατρίδα μας. Άλλωστε, βρίσκεται στην 3η θέση συμμετοχών (190), έχοντας φορέσει τις φανέλες του Ηρακλή (2003-2007), του ΠΑΟΚ (2007-2012) και της Βέροιας (2012-2013). Στα «συν» του ότι προσέφερε πολλές φορές τις υπηρεσίες του και σ’ άλλες θέσεις. Πλέον, αποτελεί το «δεξί χέρι» του Πάμπλο Γκαρσία στον ΠΑΟΚ Β’.

Στόπερ: Μίκαελ Ζεβλάκοφ

Το όνομα του θα τοποθετηθεί τυπικά στα στόπερ. Τυπικά και μόνο, αφού ο επί μία τετραετία (2006-2010) άσος του Ολυμπιακού επιβεβαίωσε απόλυτα το παρατσούκλι «πολυμηχάνημα» προσφέροντας λύσεις σ’ όλες τις θέσεις της άμυνας και όχι μόνο. Ποδοσφαιριστής που κάθε προπονητής θα ήθελε στη διάθεσή του, παίκτης που έδινε και την ψυχή του εντός αγωνιστικού χώρου. Εξού και αναδείχθηκε εκ των αγαπημένων της «ερυθρόλευκης» εξέδρας. Τρία πρωταθλήματα, δύο Κύπελλα και ένα Σούπερ Καπ τα εν Ελλάδι πεπραγμένα του, ενώ θεωρείται από τις σημαντικότερες μορφές του πολωνικού ποδοσφαίρου έχοντας καταγράψει 102 συμμετοχές με το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της χώρας του.

Στόπερ: Τόμας Βίσιο

Μπορεί να μη φόρεσε τη φανέλα κάποιου/κάποιας εκ των λεγόμενων «μεγάλων» του ελληνικού πρωταθλήματος. Παρόλα αυτά, συνιστά τον κεντρικό αμυντικό με τις περισσότερες συμμετοχές (48) στη Λίγκα μετά τον Ζεβλάκοφ. Ο Τόμας Βίσιο πρωτοσυστήθηκε στα εγχώρια δρώμενα το καλοκαίρι του 2006, όταν τον απέκτησε η Ξάνθη. Εν συνεχεία, το 2009 -κι αφού μεσολάβησε η διετής παρουσία του στην αυστριακή ΛΑΣΚ- μετακόμισε στην Κρήτη για λογαριασμό του Εργοτέλη. Ουσιαστικά, με τους «κιτρινόμαυρους» συμπλήρωσε τα περισσότερα… ελληνικά του ένσημα, μετρώντας 45 εμφανίσεις σ’ όλες τις διοργανώσεις μέχρι τον Γενάρη του 2012. Επόμενη ομάδα του η Λειψία, η οποία βέβαια τότε βρισκόταν στο ξεκίνημα της πορείας της προς τα υψηλά στρώματα του γερμανικού και ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.

Αριστερό μπακ: Μάρεκ Κοσμίνσκι

Η αλήθεια είναι ότι η συμμετοχή του πρώην άσου του ΠΑΟΚ στη ενδεκάδα δεν οφείλεται στα όσα (δεν) έπραξε με την ασπρόμαυρη φανέλα. Εξάλλου, ο Μάρεκ Κοσμίνσκι ουσιαστικά πέρασε και δεν… ακούμπησε από την Τούμπα. Ένα εξάμηνο μόλις (καλοκαίρι 2002-Γενάρης 2003). Ωστόσο, προερχόταν από αξιόλογη καριέρα στην Ιταλία -με τις Ουντινέζε, Μπρέσια και Ανκόνα- κι αυτό από μόνο του λέει πολλά, πόσω μάλλον όταν μιλάμε για αμυντικό. Ταυτόχρονα, είχε 45 συμμετοχές με την εθνική Πολωνίας.

Κεντρικό Χαφ: Λέσεκ Πις

Θρυλική φυσιογνωμία των ελληνικών γηπέδων στα μέσα των 90ς μέχρις και τις αρχές της νέας χιλιετίας. Κάτι που προφανώς δεν οφείλεται μόνο στο μουστάκι του, αλλά κυρίως στις απευθείας εκτελέσεις φάουλ, οι οποίες τον ανήγαγαν ως έναν από τους κατεξοχήν σπεσιαλίστες του είδους. Το καλοκαίρι του 1996 -κι έχοντας αναδειχθεί έναν χρόνο νωρίτερα ως ο κορυφαίος Πολωνός ποδοσφαιριστής- ο Λέσεκ Πις μετακόμισε στην Τούμπα. Βέβαια, τη σπουδαία καριέρα δεν την έκανε με τον ΠΑΟΚ, αλλά με την Καβάλα, τη φανέλα της οποίας φόρεσε την τριετία 1997-2000. Εν συνεχεία, είχε κι ένα μονοετές πέρασμα από τον Πανηλειακό, για να συμπληρώσει συνολικά 120 συμμετοχές στην Α’ Εθνική (6ος στη σχετική λίστα των Πολωνών).

Κεντρικό Χαφ: Μίροσλαβ Οκόνσκι

Αποτελεί έναν από τους σπουδαιότερους και -πλέον αγαπητούς σε ό, τι αφορά τους «κιτρινόμαυρους» οπαδούς- ξένους παίκτες που έχουν αγωνιστεί στην ΑΕΚ. Ερχόμενος το 1988 από το Αμβούργο, ο Μίροσλαβ Οκόνσκι συνέβαλε τα μέγιστα στην κατάκτηση του πρώτου επαγγελματικού πρωταθλήματος για την «Ένωση» τη σεζόν 1988/89. Αλησμόνητο το γκολ του με την απευθείας εκτέλεση φάουλ στο ντέρμπι (0-1) με τον Παναθηναϊκό στο ΟΑΚΑ, στην πορεία της ομάδας του προς τον τίτλο. Τρομερό αριστερό πόδι, το οποίο μάγευε το «Νίκος Γκούμας» μέχρι το καλοκαίρι του 1991, όταν ο Πολωνός άσος αποχώρησε από τους «κιτρινόμαυρους». Ακολούθησε ένας χρόνος στην Κόρινθο, για να επιστρέψει εν συνεχεία στην πατρίδα του. Συνολικά μέτρησε 95 συμμετοχές στο ελληνικό πρωτάθλημα.

Δεκάρι: Μάρτσιν Μίετσελ

Σύμφωνοι. Δεν ήταν αυτή η πραγματική του θέση. Ωστόσο, η εξαιρετική του τεχνική κατάρτιση μας επιτρέπει να τον μεταφέρουμε λίγο πιο πίσω από τα φορ, όπου και αγωνιζόταν. Τέταρτος (131) στη λίστα των Πολωνών με τις συμμετοχές στην πρώτη κατηγορία του ελληνικού πρωταθλήματος, ο Μάρτσιν Μίετσελ αποτέλεσε κάτοικο Θεσσαλονίκης για πέντε σεζόν. Τις μισές αγωνιζόμενος με τη φανέλα του Ηρακλή και τις υπόλοιπες μ’ εκείνη του ΠΑΟΚ, καθώς μετέβη στην Τούμπα τον Γενάρη του 2005. Συνολικά μέτρησε 131 συμμετοχές στη Λίγκα (τέταρτος στη σχετική λίστα), βρίσκοντας δίχτυα 40 φορές.

Αριστερό εξτρέμ: Εμμάνουελ Ολισαντέμπε

Νιγηριανός στην καταγωγή, πολιτογραφημένος Πολωνός (25 εμφανίσεις και 11 γκολ με την εθνική), αλλά με πολλά χιλιόμετρα στα ελληνικά γήπεδα. Ο «Μανωλάκης» έχει μείνει χαραγμένος στις καρδιές των φίλων του Παναθηναϊκού (και σύνθημα στα χείλη τους) κυρίως για τη συμβολή του στην κατάκτηση του πρωταθλήματος της σεζόν 2003/04, η οποία ολοκληρώθηκε με το νταμπλ για τους «πράσινους». Πήγε στην Παιανία τον Ιανουάριο του 2001, μένοντας μέχρι το 2005. Αφού μεσολάβησε το πέρασμά του από την Πόρτσμουθ, επέστρεψε στη χώρα μας για να αγωνιστεί έναν χρόνο με την Ξάνθη, ενώ… συνταξιοδοτήθηκε έχοντας ως τελευταίους του σταθμούς τον Βύζαντα Μεγάρων και τη Βέροια.

Δεξί εξτρέμ: Κριστόφ Βαζέχα

Από τις περιπτώσεις που τα λόγια περισσεύουν. Έχουν γραφτεί τόμοι για την ποιότητα και την προσφορά του Κριστόφ Βαζέχα στον Παναθηναϊκό αλλά και συνολικά στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Ίσως και ο σπουδαιότερος -βάσει των όσων έδωσε- ξένος ποδοσφαιριστής που αγωνίστηκε στην Ελλάδα. Στη 15ετή (1989-2004) πορεία του με το τριφύλλι στο στήθος, κατέκτησε πέντε πρωταθλήματα, ισάριθμα Κύπελλα, δύο Σούπερ Καπ, αναδείχθηκε τρεις φορές πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος, ενώ συνέβαλε τα μέγιστα στο χτίσιμο του ευρωπαϊκού προφίλ της ομάδας του. Προφανώς και βρίσκεται στην κορυφή της λίστας συμμετοχών (για τους Πολωνούς) στη Λίγκα μας με 390 εμφανίσεις!

Σέντερ φορ: Αντρέι Γιουσκόβιακ

Αγωνίστηκε μόλις μία σεζόν (1995-96) στην Ελλάδα, αλλά πρόλαβε να μπει στις καρδιές των φίλων του Ολυμπιακού. Πώς να μην το πράξει άλλωστε με 15 γκολ και δύο ασίστ σε 31 συμμετοχές του. Ο ξανθομάλλης υψηλόσωμος φορ, ο… «έμπαινε Γιούσκο», όπως του τραγουδούσε ο κόσμος των Πειραιωτών, δεν κατέκτησε κάποιον τίτλο με τους «ερυθρόλευκους», αλλά αποτελεί αναμφίβολα έναν από τους σημαντικούς στράικερ που είδαν να αγωνίζεται με τη φανέλα της αγαπημένης τους ομάδας.

Προπονητής: Γιάτσεκ Γκμοχ

Δεν θέλει και ερώτημα. Δεύτερη πατρίδα του η Ελλάδα, έχοντας διατελέσει σε δώδεκα πάγκους ελληνικών ομάδων (μερικούς εξ αυτών παραπάνω από μία φορά). Πανηγύρισε νταμπλ με τον Παναθηναϊκό το 1984, καθοδήγησε το «τριφύλλι» μέχρι τα ημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1985, ενώ ύστερα από τρία χρόνια οδήγησε τη Λάρισα στην κατάκτηση του πρώτου και μοναδικού πρωταθλήματος από επαρχιακή ομάδα.

Visit source site

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*