Κώστας Σλούκας μέρος… δεύτερο.
Σε αυτό, ο 31χρονος γκαρντ συνεχίζει την αυτοβιογραφική συνέντευξη του στο νέο olympiacosbc.gr που ανανεώθηκε και εκσυγχρονίστηκε με περισσότερο σεβασμό στην ιστορία της ομάδας.
Ο «Σλούκι», αφηγείται τις «περιπέτειές» του στην Πόλη, την επιστροφή του στον Ολυμπιακό, τον τρόπο που τον προσέγγισαν οι πρόεδροι, ενώ μιλάει για τους στόχους της ομάδας και το πώς είχε φανταστεί την επιστροφή του στο ΣΕΦ…
Το sportfm.gr δημοσιεύει απόσπασμα και του δεύτερου μέρους της συνέντευξης:
O έμπειρος γκαρντ το καλοκαίρι είχε αποφασίσει να ρίξει τίτλους τέλους στην σχέση του με την Φενέρμπαχτσε -ανεξάρτητα με το αν θα παρέμενε ή όχι στον πάγκο ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς- για χάρη του Ολυμπιακού!
«Ήταν μια περίεργη κατάσταση, δεν είχε καταλάβει κανείς τι είχε στο μυαλό του ο κόουτς. Αλλά αυτό που έχει σημασία και πρέπει να ειπωθεί είναι πως έμενε δεν έμενε, εγώ είχα αποφασίσει ό,τι ο κύκλος μου έχει ολοκληρωθεί στην Φενέρμπαχτσε. Πήγα ως ρολίστας πλέι μέικερ των 15-20 λεπτών, μετά από τρία χρόνια ήμουν στην καλύτερη πεντάδα της Ευρωλίγκας, σε μια ομάδα που είχε κάθε χρόνο θέση στον τελικό της Ευρωλίγκας, έχει πρωταθλήματα. Αν έμενα εκεί τι θα μπορούσα να κάνω; Να ήμουν πιθανώς πάλι στην καλύτερη 5άδα; Στην καλύτερη δεύτερη 5άδα; Πάλι φάιναλ φορ; Ήθελα κάτι άλλο. Ήθελα κίνητρο. Είναι πολύ σημαντικό αυτό για εμένα. Το επόμενο βήμα ήταν ξεκάθαρα ο Ολυμπιακός. Το γνωρίζουν αυτοί οι Πρόεδροι γιατί είχαμε κάνει συζητήσεις. Τους Προέδρους τους σεβόμουν και τους σέβομαι 100%, όπως και εκείνοι. Υπάρχει αλληλοσεβασμός. Νομίζω πως κατάλαβαν για ποιο λόγο έφυγα, νομίζω πως όλη η Ελλάδα κατάλαβε για ποιο λόγο έφυγα. Δεν υπήρχε κάτι άλλο. Και το λέω αυτό γιατί έχουν ακουστεί διάφορα, όπως πως δεν έχω καλές σχέσεις με τον Βασίλη. Αυτό είναι ντροπή. Απέδειξα γιατί έφυγα. Επειδή πίστευα πως μπορούσα να κάνω πολλά περισσότερα. Και τα έκανα. Ήρθα στον Ολυμπιακό, όχι για να τον σώσω, γιατί ο Ολυμπιακός είναι πολύ μεγάλη ομάδα. Ήρθα για να βοηθήσω όσο μπορώ, γιατί είμαι στην καλύτερή μου ηλικία, στην καλύτερη κατάσταση που μπορώ να βρεθώ και έχω την εμπειρία ώστε να κάνουμε όλοι μαζί κάτι καλό. Να βρεθούμε σε ένα φάιναλ φορ. Αυτό θα με γέμιζε».
Η συντριπτική πλειοψηφία των άρθρων του καλοκαιριού που αναφέρονταν στην μεταγραφή του συνοδεύονταν με την… ταμπέλα του «ηγέτη». Μια ταμπέλα που ο ίδιος αρνείται να ‘χρεωθεί’ και εξηγεί το γιατί: «Δεν με αγγίζει το ηγετικό. Δεν με αγγίζει το είσαι ηγέτης. Τι πάει να πει αυτό; Δηλαδή στην Φενέρ δεν ήμουν ηγέτης; Τι είναι ο ηγέτης; Δεν στέκει αυτό. Απλά εδώ θα ήμουν με Έλληνες συμπαίκτες, σε μια ελληνική ομάδα, που έχει να πάει φάιναλ φορ τέσσερα χρόνια, έχει να πάρει τίτλο τρία χρόνια και ναι θέλω να βοηθήσω τον Ολυμπιακό να επιστρέψει στους τίτλους. Όχι ότι εγώ θα τον φέρω. Όλοι μαζί, όλος ο οργανισμός θα παλέψει για το καλύτερο και εγώ μαζί. Αυτό είναι. Δεν υπάρχει αυτό με το είναι δεν είναι ηγέτης. Στην Φενέρμπατσε τρία χρόνια ηγέτης ήμουν. Στην καλύτερη 5άδα δύο χρόνια. Τι πάει να πει ηγέτης;».
Στην μάχη για την απόκτησή του, ο Ολυμπιακός «κοντραρίστηκε» με πολύ δυνατούς αντιπάλους… «Και η Ρεάλ και η Μπαρτσελόνα και η ΤΣΣΚΑ με είχαν πλησιάσει. Όλες οι προτάσεις οικονομικά ήταν καλύτερες σε σχέση με εκείνη του Ολυμπιακού. Όμως, όπως είπα και νωρίτερα εμένα το κίνητρό μου είναι αυτό που με οδηγεί. Όπως και όταν έφυγα και πήγα στην Φενέρμπαχτσε, τα χρήματα που μου έδιναν οι Πρόεδροι ήταν πολλά περισσότερα από εκείνα της τουρκικής ομάδας. Αυτό δεν το ξέρει ο κόσμος. Οι Πρόεδροι έκαναν τα πάντα για να με κρατήσουν. Απλά εγώ ήξερα πως το επόμενο βήμα μου ήταν εκεί. Είναι αλήθεια πως και ο Παναθηναϊκός με είχε πλησιάσει, όμως, για εμένα δεν υπήρχε κίνητρο. Δεν υπάρχει λόγος να πάω εκεί. Η ομάδα μου στην Ελλάδα είναι ο Ολυμπιακός. Επιπλέον, ήταν πάρα πολύ καλή η πρόταση που μου έκαναν το καλοκαίρι οι Πρόεδροι. Είχαμε μια πολύ ειλικρινή συζήτηση, τους ξεκαθάρισα πως το κίνητρο είναι αυτό που με οδηγεί και πως αφήνω προτάσεις πολύ υψηλότερες και σίγουρες θέσεις σε φάιναλ φορ. Ποιος δεν πιστεύει πως του χρόνου η Ρεάλ έχει μεγάλες πιθανότητες να είναι στο φάιναλ φορ; Η Μπαρτσελόνα να μην είναι στο φάιναλ φορ; Η ΤΣΣΚΑ δεν θα είναι στο φάιναλ φορ; Θέλω, όμως, να παλέψω εγώ με την ομάδα που θα ‘χτίσουν’ οι Πρόεδροι και ο κόουτς Μπαρτζώκας, μαζί με τους Έλληνες συμπαίκτες μου για κάτι καλό. Αυτή ήταν η φιλοσοφία μου».
Εκτός από την καλή πρόταση του Ολυμπιακού, βέβαια, υπήρξε και το σχετικό «ψηστήρι» από τους παλιούς! «Βεβαίως και υπήρξε από τον Γιώργο Πρίντεζη! Επίσης, μιλούσαμε αρκετά και με τον Παπανικολάου. Και ο Βασίλης με είχε πάρει τηλέφωνο. Γενικότερα υπήρξε μια τέτοια κατάσταση και δεν έχω κρύψει πως ήταν ένα πολύ μεγάλο κίνητρο να βρεθούμε ξανά με τα ίδια παιδιά και να πετύχουμε κάτι καλό. Όχι απαραίτητα να πάρουμε την Ευρωλίγκα, αλλά όλοι μαζί να βάλουμε τον Ολυμπιακό ξανά στον δρόμο για την κορυφή. Αυτό ήταν στο μυαλό μου γενικότερα».
Λόγω της Πανδημίας, ωστόσο, η επιστροφή του στο ‘σπίτι’ του, όπως ο ίδιος αποκαλεί τον Ολυμπιακό, δεν ήταν αυτή που είχε ονειρευτεί… «Η αλήθεια είναι πως το είχα κάνει εικόνα… Φανταζόμουν να βγαίνουμε από τη φυσούνα, να είναι γεμάτο το ΣΕΦ και να περιμένουν οι φίλαθλοι να δουν την ομάδα. Ήθελα να νιώσω ξανά τον παλμό του ΣΕΦ, να παίξουμε ντέρμπι με γεμάτο το γήπεδο. Είναι η δύναμη του Ολυμπιακού ο κόσμος του και πραγματικά λείπει από τα γήπεδα. Εμείς που αγωνιζόμαστε στο άδειο ΣΕΦ το καταλαβαίνουμε ακόμη παραπάνω».
Δεν ήταν, όμως, μόνο η επιστροφή του στο ΣΕΦ που δεν πήγε όπως ονειρευόταν. Αγωνιστικά η ομάδα έχει σκαμπανεβάσματα. Παρόλα αυτά, δεν υπήρξε ποτέ καμία δεύτερη σκέψη στο μυαλό του για το αν έπραξε σωστά που φόρεσε και πάλι την «ερυθρόλευκη» φανέλα. «Οι επιλογές μου, όπως και αυτή να έρθω στον Ολυμπιακό, είναι 100% συνειδητοποιημένες. Δεν έχω μετανιώσει για τίποτα. Το μόνο που με νοιάζει είναι το επόμενο παιχνίδι. Γενικά φέτος είναι πολύ περίεργη χρονιά, με άδεια γήπεδα. Επίσης η ομάδα δεν παίζει στην Α1 και θεωρώ πως αυτό δημιουργεί ένα πρόβλημα. Είμαι στην καλύτερή μου ηλικία και εκεί που έχω συνηθίσει να παίζω 2-3 παιχνίδια την εβδομάδα. Το ένα με δυσκολεύει και από άποψη ρυθμού και από άποψη προσέγγισης παιχνιδιών. Έχουμε κάνει μεγάλες νίκες, αλλά και πολύ κακές ήττες ιδιαίτερα στην έδρα μας. Αυτό θεωρώ πως δείχνει το πόσο μας έχει επηρεάσει η απουσία του κόσμου. Ο κόσμος του Ολυμπιακού είναι μια πραγματικά μεγάλη δύναμη. Είναι πολύ δύσκολο ως αντίπαλος να παίζεις σε ένα γεμάτο ΣΕΦ. Το έχω νιώσει αυτό. Δεν είναι δικαιολογία, όμως, αυτό… Έχουμε δείξει πολλές φορές το κακό μας πρόσωπο και είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να λύσουμε».
Όσες φορές φέτος η «μπάλα» έκαιγε -και ήταν πολλές- κατέληξε στα χέρια του. «Δεν φοβάμαι να πάρω την προσπάθεια. Αυτό κάνω τα τελευταία πέντε χρόνια. Έχει γίνει δέκα φορές φέτος. Για εμένα το τι θα γίνει στο τελευταίο σουτ είναι θέμα και τύχης και ικανότητας. Το θέμα είναι τι κάνεις στα προηγούμενα 39 λεπτά για να μην φτάσει το παιχνίδι εκεί. Τώρα, ναι αν χρειαστεί να πάρω το τελευταίο σουτ, θα το πάρω και δεν φοβάμαι. Είμαι γενικότερα σε πολύ καλή κατάσταση, κάποια σουτ που παίρνω τα κάνω στην προπόνηση 200 φορές τη μέρα… Από κει και πέρα εκτός από ικανότητα, είναι και θέμα τύχης. Από τα δέκα παιχνίδια που έχουμε παίξει, γιατί έχουμε παίξει πάρα πολλά στον πόντο φέτος, έχω βάλει κάποια, έχω χάσει κάποια. Έτσι γίνεται. Δεν φοβάμαι να το πάρω. Ναι, εγώ θα το πάρω αν το αποφασίσει ο προπονητής».
Για τους περισσότερους ένας αγώνας τελειώνει με την κόρνα της λήξης. Όχι, όμως, για τον Κώστα Σλούκα, ειδικά αν η ομάδα έχει ηττηθεί. «Μια ήττα με πειράζει πάρα πολύ. Δεν κοιμάμαι το βράδυ, σκέφτομαι πάρα πολύ, ξαναβλέπω τα παιχνίδια. Κάποιοι λένε για παράδειγμα: ‘Ο Κώστας παίρνει τόσα λεφτά’. Με βλέπουν σαράντα λεπτά και λένε: ‘Δεν παίζει καλά σήμερα’ ή ‘Πω πω παίζει πολύ καλά σήμερα’. Δεν ξέρουν τι έχει γίνει τις προηγούμενες μέρες, πριν πάω στο γήπεδο, μετά που πάω στο γήπεδο, τι ζωή κάνω. Απλά κοιτούν την κορυφή του παγόβουνου. Δεν ξέρουν ότι εγώ προπονούμαι έξτρα, προσέχω τι θα φάω, τι θα πιώ, δεν θα βγω, να κοιμηθώ λίγο το μεσημέρι να είμαι έτοιμος στην προπόνηση, να κοιμηθώ νωρίς το βράδυ γιατί παίζω αύριο. Αυτά δεν τα βλέπουν. Εγώ μετά από μια ήττα ή μια κακή εμφάνιση προβληματίζομαι. Για δύο μέρες μπορεί να μην έχω όρεξη να φάω. Στενοχωριέμαι πάρα πολύ και για την ομάδα και για εμένα. Όμως, νομίζω πως αυτό με έχει οδηγήσει εδώ, ότι γενικά ‘πονάω’ και τα χρήματα που παίρνω και τον χρόνο που μου δίνει και την εμπιστοσύνη που μου δείχνει η ομάδα. Γενικότερα θέλω να πετυχαίνω πράγματα. Ο αυστηρότερος κριτής του εαυτού μου είμαι εγώ. Δεν με ενδιαφέρει τι θα πει ο κάθε ένας. Όλοι έχουν την άποψή τους. Εμένα με νοιάζει τι λένε οι δικοί μου άνθρωποι και εκείνοι που με ζουν 24 ώρες το 24ωρο. Αυτό είναι το σημαντικό για εμένα. Όπως σημαντική είναι η άποψη των προπονητών και των συμπαικτών μου».
Τα ελληνοτουρκικά ζητήματα ήταν ανέκαθεν ένα ευαίσθητο θέμα και για τους δύο λαούς. Και παρότι ο Κώστας Σλούκας προσπάθησε να τα χειριστεί με σεβασμό, βρέθηκε -μοιραία- στο στόχαστρο και των δύο πλευρών.
Τα πρώτα… πυρά που δέχθηκε ήταν ελληνικά. «Για την Φενέρ δεν έχω να πω κάτι. Και ο οργανισμός και ο κόσμος της με σεβάστηκαν. Όταν γυρίσαμε στην Κωνσταντινούπολη μετά την κατάκτηση της Ευρωλίγκας, είχε γίνει από κάποιους θέμα στην Ελλάδα γιατί δεν πανηγύρισα με την ελληνική σημαία την ώρα που άλλοι συμπαίκτες μου κρατούσαν τις σημαίες των δικών τους χωρών. Αναρωτιόντουσαν, λοιπόν, γιατί ο Σλούκας, ο Ελληνάρας δεν σήκωσε την ελληνική σημαία μέσα σε 25.000 χιλιάδες Τούρκους. Έπραξα έτσι καθαρά από σεβασμό. Εγώ είμαι πιο πολύ Έλληνας από εκείνους που έγραψαν ή μίλησαν για αυτό το περιστατικό. Είμαι στην Εθνική ομάδα από τα δέκα μου. Πήγαινα στα κλιμάκια, πάλευα για την Εθνική ομάδα, έχω παίξει με ένα πόδι για την Εθνική. Οι Τούρκοι, όμως, κατάλαβαν περισσότερο από όλους όσοι θέλησαν να δημιουργήσουν ίντριγκα με την κίνησή μου και όταν παίξαμε το πρώτο παιχνίδι στα πλέι οφ του τουρκικού πρωταθλήματος σήκωσαν όλοι ελληνικές σημαίες μέσα στο γήπεδό μας. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη νίκη για εμένα. Εκείνη την ώρα η αλήθεια είναι πως συγκινήθηκα, ανατρίχιασα και δάκρυσα. Οι Τούρκοι αναγνώρισαν την προσπάθειά μου περισσότερο από κάποιους Έλληνες. Ναι, εμένα με πείραξε και αυτό».
Υπήρξε, ωστόσο, και κάποια στιγμή που μερίδα Τούρκων στράφηκε εναντίον του. Αιτία το γεγονός ότι δεν κράτησε πριν από ματς της ομάδας του πανό για τον Κεμάλ Ατατούρκ. «Σε κάθε περίπτωση παίρνω αποφάσεις βάσει της δικής μου λογικής. Εκείνη τη στιγμή το σκέφτηκα έτσι: ‘Ναι είμαι Έλληνας, αλλά πρέπει να σεβαστώ τη χώρα που ζω και πληρώνομαι. Το ότι δεν κράτησα τη σημαία μας δεν σημαίνει πως δεν είμαι Έλληνας. Από την άλλη, όμως, όταν έγινε το περιστατικό με το πανό για τον Κεμάλ Ατατούρκ, όφειλα να σεβαστώ και την καταγωγή μου και την ιστορία της χώρας μου. Η γιαγιά μου είναι από την Σμύρνη. Διώχθηκε από τον Ατατούρκ. Ε, δεν μπορούσα να σηκώσω εγώ το πανό για τα 85 χρόνια από τον θάνατό του. Η Τουρκία έχει την ιστορία της, σεβαστή, αλλά έχω και εγώ δική μου ιστορία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να γίνω μάγκας για τους Έλληνες και στην Τουρκία να με βρίζουν. Για εμένα έτσι όπως έγιναν τα πράγματα, έτσι έπρεπε να γίνουν. Θεωρώ πως και σε αυτή την περίπτωση έγινε περισσότερο σούσουρο από ότι έπρεπε. Για να πω την αλήθεια όλο αυτό μου ήρθε πολύ ξαφνικό.
Ήταν ένα πανό κάτω. Εμείς μαζευόμαστε στο κέντρο για να φωνάξουμε όπως συνηθίζεται ‘Φενέρμπαχτσε’ και να ξεκινήσουμε ζέσταμα. Μας λένε βγείτε με το πανό έξω. Εγώ, όμως, δεν είχα ενημερωθεί για τί ακριβώς πρόκειται. Όπως βγαίναμε, λοιπόν, ρώτησα τον αρχηγό τι γράφει το πανό και τότε έμαθα το περιεχόμενο. Εκείνη τη στιγμή ένιωσα απροστάτευτος. Θεώρησα σωστό να σταθώ δίπλα στους συμπαίκτες μου, αλλά να μην το κρατήσω. Η Τουρκία έχει τη δική της ιστορία και το σέβομαι. Και η Ελλάδα, όμως, έχει τη δική της ιστορία, η οποία συγκρούεται με εκείνη της Τουρκίας. Εγώ είμαι Έλληνας και έχω τη δική μου ιστορία. Ήταν ένας μήνας δύσκολος εκείνος που ακολούθησε, όμως, η ομάδα μου με στήριξε 100% και δεν έχω κανένα παράπονο. Η Φενέρμπαχτσε με στήριξε και στα δύσκολα και στα εύκολα. Ήταν πάντα δίπλα μου».