Home / Μπάσκετ / Ο αναρχοαυτόνομος Αλέκος Θεοφιλόπουλος
Ο Αλέκος Θεοφιλόπουλος σε 5.632 λέξεις, μεταξύ άλλων, μας μιλάει για την ατάκα του που παραλίγο να τον οδηγήσει στην απόλυση από την ΕΡΤ, για τις βουβουζέλες που απείλησε να στείλει στο γραφείο του Μπλάτερ και για το ελληνικό πρωτάθλημα το οποίο δεν παρακολουθεί, γιατί δεν είναι μαζοχιστής.

Ο αναρχοαυτόνομος Αλέκος Θεοφιλόπουλος

 Στριφνός. Αν με ρώταγες να χαρακτηρίσω με μία λέξη τον Αλέκο Θεοφιλόπουλο με βάση τις μεταδόσεις του και τις εμφανίσεις του στο κρατικό κανάλι, αυτή θα ήταν “στριφνός”. Έχοντας τον παραπάνω χαρακτηρισμό στο μυαλό μου, δεν ξεκίνησα με την καλύτερη διάθεση ένα σαββατιάτικο πρωινό για το σπίτι του γνωστού δημοσιογράφου. Με απασχολούσε το πώς θα του έθετα τις πιο “ζουμερές” ερωτήσεις. Εκείνες για τις οποίες στην ουσία γίνονται οι συνεντεύξεις. Φοβόμουν ότι θα με απόπαιρνε, όπως έκανε πολλές φορές με διαιτητές και παίκτες κατά τη διάρκεια των μεταδόσεων του.

Χτύπησα το κουδούνι του σε μια πολυκατοικία του κέντρου και περίμενα λίγο, γιατί όπως μου είπε από το θυροτηλέφωνο είχε μόλις βγει από το μπάνιο. Αφού με καλωσόρισε, μπήκα στο διαμέρισμά του, στο οποίο θα μπορούσε να μένει ο μέσος Έλληνας 60άρης. Έπιπλα μερικών δεκαετιών, κορνίζες με οικογενειακές φωτογραφίες, παλιοί πίνακες ζωγραφικής και ψεύτικα λουλούδια που βρίσκονται στα σπίτια των γονιών των περισσοτέρων από εμάς, γέμιζαν το σαλόνι, ενώ στη μέση του δωματίου κυριαρχούσε μια τεράστια τηλεόραση συντονισμένη σε ένα κανάλι με μπόλικα τηλεοπτικά “παράθυρα”.

Καθίσαμε στον καναπέ και χωρίς “φανφάρες”, προλόγους ή εκατέρωθεν φιλοφρονήσεις μπήκαμε στον ψητό. Ο Αλέκος Θεοφιλόπουλος ήταν φιλόξενος μεν, αλλά δεν έμοιαζε να έχει διάθεση για δημόσιες σχέσεις, παρόλο που κατά τη διάρκεια της κουβέντα μας, μου είπε ότι αυτό ήθελε να σπουδάσει. Στην επόμενη μιάμιση ώρα, όσο κράτησε η συνέντευξή, ο κύριος Θεοφιλόπουλος δεν μου ζήτησε καμία φορά να κλείσω το κασσετοφωνάκι, δεν απέφυγε κάποια ερώτησή μου, ούτε με παρακάλεσε να προσέξω πως θα μεταφέρω κάποια του ατάκα. Όπως μου είπε στη συνέχεια, άλλωστε: “αρκετά από αυτά που έχω πει κατά καιρούς, έχουν παραποιηθεί εσκεμμένα. Δεν με ενοχλεί καθόλου. Ξέρω τι έχω πει εγώ”.

Στη συνέντευξη που ακολουθεί κόπηκαν λέξεις μόνο για χάρη της ροής του κειμένου. Η υπόλοιπη συνέντευξη έμεινε ατόφια, όπως άλλωστε θα ήθελε και ο Αλέκος Θεοφιλόπουλος προς τιμήν του.

-Παρόλο που η φωνή σας έμπαινε για τόσα χρόνια στα σπίτια μας, δεν σας γνωρίζουμε.

-Η τηλεόραση είναι όπως την πολιτική. Είναι ένα μικρόβιο. Το κολλάς; Σου μένει. Σου αρέσει η δημοσιότητα, θέλεις να εμφανίζεσαι, να μιλάς, να είσαι στο επίκεντρο. Εγώ, είμαι στην άλλη όχθη της δημοσιογραφίας. Περισσότερο μου άρεσε το ραδιόφωνο και μετά η εφημερίδα. Μεγάλωσα μέσα στα “Νέα”. Εκεί έμαθα σωστά την δημοσιογραφία και νομίζω ότι άνθρωποι σαν και εμένα που φεύγουν από το χώρο δεν έχουν να πουν κάτι άλλο. Δεν έχουν να δηλώσουν κάτι παραπάνω από αυτό που έλεγαν όσο ήταν στην τηλεόραση. Πηγαίνοντας στην απέναντι όχθη, παρά το γεγονός ότι αρκετοί συνάδελφοι παρασύρθηκαν από διάφορα ρεύματα της εποχής, πήρα έναν δύσκολο μονόδρομο.

“Είχα ξεχάσει ότι έπρεπε να πάω στρατό”

Πού μεγαλώσατε;

Γεννήθηκα στην Αθήνα, απέναντι από το γήπεδο του Παναθηναϊκού, στην οδό Τσόχα. Μετά από ένα χρόνο οι γονείς μου μετακόμισαν στο Χαϊδάρι. Μεγάλωσα και σπούδασα στο Χαϊδάρι. Μετά πήγα στην Αγγλία για να σπουδάσω διεθνείς και δημόσιες σχέσεις, αλλά είχα την ατυχία ή μάλλον το χα ξεχάσει τελείως, ότι έπρεπε να πάω στο στρατό. Είχα κηρυχθεί ανυπότακτος χωρίς να το ξέρω. Υποτίθεται ότι υπήρχε ένα χαρτί το οποίο δεν είχε πάει στο σωστό προορισμό και γύρισα από την Αγγλία για να πάρω κάποια πράγματα. Στο αεροδρόμιο του Ελληνικού με συνέλαβαν και πήγα κατευθείαν στην Τρίπολη.

Είχατε τελειώσει τις σπουδές σας;

Όχι, δεν είχα τελειώσει. Ήμουν στο πρώτο έτος. Πήγα στον Έβρο 32 μήνες. Έπεσα πάνω στα γεγονότα του ’74. Όταν τελείωσε όλη αυτή η ιστορία, έκανα μια απόπειρα να πάω ξανά στο Πανεπιστήμιο στην Αγγλία. Πήγα για έξι μήνες, αλλά ήδη είχα αρχίσει και μεγάλωνα και δεν είχα και πολλή όρεξη να σπουδάσω ένα πράγμα που έβλεπα ότι θα μου έτρωγε πολύ χρόνο και πολύ χρήμα και χρήματα δεν υπήρχαν. Δούλευα, βέβαια, στην Αγγλία. Εκεί τότε δινόταν η δυνατότητα σε οικονομικούς μετανάστες όπως ήμουν εγώ να δουλεύουν.

“Ήμουν dj και μπάρμαν στην Αγγλία”

Τι δουλειά κάνατε;

Διάφορες. Επειδή γνώριζα μουσική έκανα τον dj, έκανα τον μπάρμαν, δούλεψα στα Mc Donalds. Αλλά διαπίστωσα ότι στην Αγγλία θα έχανα το χρόνο μου. Εκείνη τη χρονική συγκυρία στα “Νέα” υπήρχε ένας αείμνηστος συνάδελφος ο Θεμιστοκλής Χαραλαμπίδης. Το ’79 είχε έρθει στην Ελλάδα η Νότιγχαμ τουΜπράιαν Κλάφ να παίξει με την ΑΕΚ. Με πήρε μαζί του για μεταφραστή και όταν επιστρέψαμε με έβαλε και έγραψα ένα θεματάκι 300 λέξεων. Εκεί υπήρξε μια χημεία με τον επίσης αείμνηστο και δάσκαλο της δημοσιογραφίας Θόδωρο Σγουρδαίο και από τότε άρχισα να πηγαίνω καθημερινά στα “Νέα”.  Ήταν Σεπτέμβρης και έπρεπε να φύγω τέλος Οκτώβρη για Αγγλία. Το ζύγισα. Είπα ότι αφού εδώ μου δίνεται η δυνατότητα να κάνω και την πρακτική μου, θα μείνω εδώ.

“Ήμουν λίγο αναρχοαυτόνομος”

Οπότε, πηγαίνοντας έξω να σπουδάσετε, είχατε στόχο να γίνετε δημοσιογράφος;

Στόχο είχα, επειδή έχω μια καλή επικοινωνιακή προσέγγιση, να ασχοληθώ με αυτό που λέγεται δημόσιες σχέσεις και όχι ακριβώς με τη δημοσιογραφία. Η δημοσιογραφία προέκυψε, όπως σου είπα, στην πορεία. Εν τω μεταξύ, έπαιζα ποδόσφαιρο όταν ήμουν μικρός, το βαριόμουν ενίοτε, γιατί ήθελε σκληρή προπόνηση κι εγώ είμαι λίγο φυγόπονος. Έπαιξα στο Χαϊδάρι, έχω παίξει στο Αιγάλεω, έχω παίξει στην Ελευσίνα. Έπαιζα μέχρι τα 20-21. Όταν αποστρατεύτηκα έπαιξα ένα χρόνο στον “Εθνικό Ελληνορώσων”, επειδή δεν είχα χρόνο για προπονήσεις και εκεί δεν χρειαζόντουσαν και πολλές. Η ομάδα έπαιζε στην δεύτερη κατηγορία της Αθήνας, αλλά η ενασχόληση μου με τα “Νέα” και το αθλητικό ρεπορτάζ με ανάγκασε να σταματήσω.

Δεν ήθελα να γίνω αθλητικός ρεπόρτερ. Ήθελα να ασχοληθώ με τις δημόσιες σχέσεις και κυρίως ήθελα να φύγω από την χώρα τόσο λόγω της πολιτικής κατάστασης όσο επειδή ήμουν λίγο αναρχοαυτόνομος και δεν ταίριαζα με τη γενικότερη φιλοσοφία που επικρατεί σε αυτή τη χώρα. Δεν τα κατάφερα, γιατί υπήρχε ένα συναισθηματικό δέσιμο με τους γονείς και η ατυχία πως δεν είχα αδέρφια. Είχα πει πολλές φορές στην μητέρα μου γιατί έκανε μόνο ένα παιδί. Αν ήμασταν δύο ή τρία παιδιά, θα είχα φύγει στο εξωτερικό.

Η ΕΡΤ και το ραδιόφωνο, πώς προέκυψαν;

Η ΕΡΤ προέκυψε στη διαδρομή. Έκανα τότε στα “Νέα” το ρεπορτάζ του Παναθηναϊκού. Το αθλητικό τμήμα της ΕΡΤ έκανε εκείνη την περίοδο ένα άνοιγμα. Στην αρχή είχα μια συνεργασία με την ΕΡΤ-1. Εκεί είχα πάει το 1981. Τέλος του ’82 ο Δημήτρς Κωσταντάρας έφυγε από το αθλητικό της  ΕΡΤ-1 και έγινε διευθυντής στο αθλητικό τμήμα της ΕΡΤ-2 και πήγαμε εκεί, όπου μείναμε αρκετά χρόνια, μέχρι που τελικά ενσωματώθηκαν τα δύο αθλητικά τμήματα και έγιναν ένα.

Οι μεταδόσεις πώς προέκυψαν;

Στην αρχή στην ΕΡΤ έκανα ρεπορτάζ. Οι μεταδόσεις προέκυψαν, γιατί εγώ είμαι λάτρης των σπορ. Μελετούσα από μικρός τα σπορ τα οποία με ενδιέφεραν. Έχω κάνει αρκετές μεταδόσεις σε αρκετά ολυμπιακά αθλήματα. Νομίζω ότι τα κατάφερνα. Έτσι το είδα στην αρχή και μετά μου άρεσε το γήπεδο πάρα πολύ. Ιδιαίτερα τα ομαδικά αθλήματα, το μπάσκετ, το χάντμπολ, το βόλεϊ και φυσικά το ποδόσφαιρο. Μου άρεσε το γήπεδο. Εκείνο το γήπεδο, όχι το σημερινό. Που μια παρέα που ήταν διαφόρων συλλογικών προτιμήσεων και τοποθετήσεων πήγαιναν στο γήπεδο, έκαναν την πλάκα τους, το χαβαλέ τους, έτρωγαν τα σπόρια τους, έπιναν την πορτοκαλάδα τους, πέρναγε η ώρα και γυρνούσαν σπίτι τους. Αυτό το γήπεδο δεν υπάρχει πια. Καλλιεργήθηκαν άλλα πράγματα στο μυαλό των νέων ανθρώπων που ήθελαν να πάνε να δουν την ομάδα τους. Αγαπάω την ομάδα μου, δεν σημαίνει πετάω το μπουκάλι στον επόπτη που σήκωσε την σημαία. Αυτό σημαίνει σκοτώνω την ομάδα μου.

Ποιο άθλημα σας άρεσε περισσότερο να μεταδίδετε;

Το ποδόσφαιρο. Από εκεί και πέρα μου αρέσει ιδιαίτερα η Φόρμουλα 1, το τένις, το μπάσκετ. Τα έχω μεταδώσει και αυτά. Μου αρέσουν τα ομαδικά αθλήματα γενικότερα. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες πήγαινα, αλλά δεν μετέδωσα ποτέ ποδόσφαιρο, γιατί είχα το ρόλο του συντονιστή. Πήγα σε έξι Ολυμπιακούς Αγώνες, σε έξι Μουντιάλ και σε πέντε ευρωπαϊκά πρωταθλήματα ποδοσφαίρου. Πήγα σε παγκόσμια πρωταθλήματα κολύμβησης και πόλο.

“Δεν έλεγα στις μεταδόσεις αν η μάνα του παίκτη έκανε μπουγάδα”

Τι προετοιμασία κάνατε πριν την μετάδοση ενός αγώνα;

Ρωτάς τον πιο ακατάλληλο άνθρωπο του κόσμου. Νομίζω ότι πρέπει να ρωτήσεις τον Χρήστο Σωτηρακόπουλο, τον Αλέξη Σπυρόπουλο και τον Μιχάλη Τσόχο. Πολλές φορές δεν είχα ούτε σημειώσεις. Άσε που άλλες φορές ξέχναγα να πάρω στιλό μαζί μου. Ήμουν εναντίον μιας φιλοσοφίας που καθιερώθηκε και έγινε σχολή να αρχίσω να λέω στοιχεία για τον κάθε παίκτη. Από πού τον πήρε η ομάδα, πόσα λεφτά δαπανήθηκαν για αυτόν, αν η μητέρα του άπλωνε την μπουγάδα της μαζί με τον άλλο που ήταν απέναντι. Αυτά δεν τα έλεγα. Νομίζω ότι θα αδικούσα τη μετάδοση.

Ο τηλεθεατής ήθελε να του μεταφέρω στο σπίτι του την εικόνα που έβλεπε και αυτός. Όλα τα παραπάνω θα μπορούσαν να διανθίσουν μια μετάδοση, να την κάνουν καλύτερη ή χειρότερη, αλλά δεν μπορούσα ποτέ να πω ότι έχει τη μπάλα ο Μαραντόνα ο οποίος έφυγε από την Μπόκα Τζούνιορς πήγε στην Νάπολι, όπου δεν τον ήθελε το αφεντικό, τσακωνόταν με τους φιλάθλους και γκολ. Τι γκολ ρε άνθρωπε; Γίνεται χαμός μέσα στο γήπεδο και λες ξαφνικά γκολ; Αυτό δεν μου άρεσε προσωπικά. Δεν κατηγορώ τους συναδέλφους που το κάνουν. Ο καθένας χρησιμοποιεί σε μια μετάδοση τα εργαλεία της δουλειάς του. Εμένα το εργαλείο της δουλειάς μου ήταν ότι γνώριζα πάρα πολύ καλά το σπορ και προσπαθούσα να είμαι ακριβοδίκαιος, να μην αδικήσω κανένα. Δεν θα είχα πρόβλημα με όλους τους άλλους, αλλά θα είχα με τον εαυτό μου. Εκείνο που σήμερα απολαμβάνω είναι πως πέφτω το βράδυ να κοιμηθώ και δεν γυρνάει το μυαλό μου πίσω σε κάποιες λεπτομέρειες ότι εκεί δεν έδωσα την απαραίτητη προσοχή ή είχα επηρεαστεί από το ρεύμα της εποχής. Πήγαινα πάντα κόντρα στα ρεύματα της εποχής.

Η προετοιμασία μου, λοιπόν, για έναν αγώνα ήταν από ελάχιστη έως μηδαμινή. Ήταν πράγματα που τα γνώριζα. Με ομάδες που δεν τις γνώριζα και δεν υπήρχαν στον ποδοσφαιρικό χάρτη όπως η Καμπάλα που έπαιξε ο Παναθηναϊκός στο Europa League, προφανώς και θα ενημερωνόμουν.

Θυμάστε την πρώτη σας μετάδοση;

Η πρώτη μου μετάδοση ήταν μαγνητοσκοπημένη στο ΟΑΚΑ. Έπαιζαν νομίζω Παναθηναϊκος-Ξάνθη ή Βέροια τότε που η ΕΡΤ είχε τα δικαιώματα του πρωταθλήματος. Έκανε μαγνητοσκοπημένα τα ματς και τα έπαιζε με διαφορά δύο ωρών. Ουσιαστικά οι πρώτες σοβαρές μεταδόσεις ξεκίνησαν από το εξωτερικό, το τότε Κύπελλο Πρωταθλητριών και το Κύπελλο Κυπελλούχων και στην Ελλάδα η πρώτη μου ζωντανή μετάδοση που τη θυμάμαι χαρακτηριστικά ήταν ο τελικός Κυπέλλου Ελλάδας ανάμεσα στον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό, στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας το ’88. Δεν θυμάμαι σκορ. Θυμάμαι, όμως, ότι είχε ισοφαρίσει ο Δημόπουλος για τον Παναθηναϊκό, ενώ στον Ολυμπιακό έπαιζε ο Φούνες. Είναι η χρονιά που είχαν φύγει ο Σαργκάνης κι ο Κυράστας από τον Ολυμπιακό και ήταν μια μονομαχία ανάμεσα στον κύριο Βαρδινογιάννη και στον κύριο Κοσκωτά.

Θυμάστε την τελευταία σας;

Ναι, γιατί είχα ήδη παραιτηθεί από την ΕΡΤ. Η ΕΡΤ σου έδινε το δικαίωμα 15 μέρες να το ξανασκεφτείς και να αποσύρεις την έγγραφη κατάθεση της αποχώρησής σου. Η τελευταία μετάδοσή μου ήταν ένα πολύ όμορφο ματς, χωρίς ιδιαίτερη βαθμολογική σημασία στο Μιλάνο, ανάμεσα στην Ίντερ και την Μπαρτσελόνα για το Champions League.

“Τα περισσότερα σχόλια του κόσμου για μένα είναι αρνητικά”

Κοιτώντας την καριέρα σας προς τα πίσω είστε ευχαριστημένος με αυτά που πετύχατε;

Δεν ξέρω τι πέτυχα.

Ποια αίσθηση παίρνετε από αυτά που λέει ο κόσμος για εσάς;

Έχω διαβάσει ελάχιστα θετικά σχόλια, τα περισσότερα είναι αρνητικά.

Σας τιμά που το λέτε, γιατί άλλοι συνάδελφοι σας κάνουν πως δεν ξέρουν κάτι για τις αρνητικές κριτικές που τους γίνονται.

Από την ώρα που κάνω κριτική, η καλόπιστη κριτική και όχι αυτή πίσω από την οποία κρύβονται σκοπιμότητες και υποδείξεις μεγαλοπαραγόντων της οικονομικής και αθλητικής ζωής του τόπου, δεν με ενοχλεί. Την διαβάζω κι εγώ και γελάω. Εγώ και στην προσωπική και στην επαγγελματική μου ζωή ήθελα να είμαι παρατηρητής. Δεν ήθελα να είμαι πρωταγωνιστής. Πολλές φορές ο δημοσιογράφος μπερδεύεται σε μια μετάδοση και θέλει να είναι ο πρωταγωνιστής. Αυτό είναι λάθος 100%. Έχοντας αυτό στο μυαλό μου και το γεγονός ότι ήμουν αντιστάρ και “αντί” γενικώς, γιατί έχω μια διαφορετική φιλοσοφία, ήθελα να περάσω από το επάγγελμα και να φύγω απαρατήρητος και αυτό το πέτυχα. Μ’ αρέσει η ανωνυμία. Έχω γερή μνήμη και έχω πει αρκετά πράγματα. Αρκετά από αυτά έχουν παραποιηθεί εσκεμμένα. Δεν με ενοχλεί καθόλου. Ξέρω τι έχω πει εγώ.

“Προσπάθησαν να με διώξουν από την ΕΡΤ για την υπόθεση Ρίτσαρντσον”

Απαρατήρητος δεν το λέτε, αφού πολλές μεταδόσεις σας έχουν μείνει για διάφορους λόγους…Για παράδειγμα, σε μετάδοση σας έχετε πει για τον διαιτητή: “(…) ο Γιαννάκης που διαμαρτύρεται στον Ρίτσαρντσον, τον Άγγλο διαιτητή. Ρίτσαρντσον σας είπαμε μια διχασμένη προσωπικότητα, πολύ επικίνδυνος, είναι κάτι που λέμε μεταξύ ξαδέλφης και αδελφής από το Λονδίνο. Πώς λέμε θα ρθει η αδελφή μου από το Λονδίνο την περιμένω, τέτοιο πράγμα είναι ο Ρίτσαρντσον (…)”

Στο Ελλάδα-Κροατία η Εθνική μας ομάδα έπρεπε να κερδίσει το παιχνίδι, όμως τότε υπήρχαν και πολιτικές πιέσεις να πάνε οι Κροάτες στο βάθρο στην 3η θέση με τους Γιουγκοσλάβους. Η συγκεκριμένη φάση έγινε δύο λεπτά και κάτι πριν τελειώσει το παιχνίδι. Πάει ο Φασούλας να καρφώσει και έρχεται ο Κούκοτς του δίνει μία -για την μπάλα πήγαινε, είναι προφανές αυτό- αλλά βρίσκει τα μούτρα του Φασούλα, πέφτει ο Φασούλας κάτω, τρέχει ο Ρίτσαρντσον και ο Φασούλας όπως φεύγει προς τα πίσω του κάνει χειρονομώντας “τι είναι αυτό”; Του δίνει τεχνική ποινή και την μπάλα στην Κροατία. Αν και η ομάδα μας έχανε με 8-10 πόντους σε όλο το παιχνίδι, σε εκείνο το διάστημα είχε πλησιάσει στους 3 πόντους, που σημαίνει ότι τα πράγματα είχαν γίνει επικίνδυνα…

Σταμάτησα να μεταδίδω για είκοσι δευτερόλεπτα, ενώ παιζόταν το παιχνίδι και είπα το εξής: “Αυτός είναι ο Άγγλος διαιτητής Ρίτσαρντσον, ο οποίος είναι διχασμένη προσωπικότητα, είναι κάτι μεταξύ αδελφής και εξαδέλφης, όπως λέμε έρχεται η αδελφή μου από το Λονδίνο, τέτοιο πράγμα είναι”.

Αυτό όπως καταλαβαίνεις μεταδόθηκε αστραπιαία όχι μόνο σε αυτούς που έβλεπαν μπάσκετ. Είχα κάποια προβλήματα στην ΕΡΤ, αλλά επειδή είμαι άνθρωπος με χιούμορ και τα περισσότερα πράγματα τα εκλαμβάνω έτσι στη ζωή μου, περνάω καλά. Όταν τα πράγματα σοβάρεψαν, σοβάρεψα κι εγώ. Και επειδή ορισμένοι κύκλοι, μεταξύ των οποίων πολιτικά πρόσωπα και αθλητικοί παράγοντες θεώρησαν τότε ότι αυτό μπορούσαν να το χρησιμοποιήσουν και να φτάσουν μέχρι την απόλυση μου, ζήτησα να γίνει δικαστήριο και να εξεταστεί από ειδικούς γιατρούς ο κύριος Ρίτσαρντσον.

Όταν τελείωσε η μετάδοση προσκλήθηκα από τους παίκτες της εθνικής ομάδας που είχαν πληροφορηθεί τι είχα πει από τους δικούς τους και ήμουν ο μόνος δημοσιογράφος που ήμουν μέσα στα αποδυτήρια. Καπνίσαμε τα πούρα μας, ήπιαμε την σαμπάνια μας. Με όλη εκείνη την παρέα, αυτή την απίστευτη ομάδα του μπάσκετ και μείναμε εκεί καμιά ώρα περίπου. “Μα πώς το είπες, μα δεν είναι”, μου λεγε κάποιος, “δεν μπορεί, δεν τον ξέρεις καλά”. Τον Ρίτσαρντσον τον ήξερα καλά. Και όταν προχώρησα την ιστορία την σταμάτησαν με παρέμβαση υπερκείμενων αθλητικών αρχών, γιατί το πράγμα δεν έπρεπε να βγει προς τα έξω. Ήξεραν ότι είχαν δίκιο, ήξεραν ότι είχε αδικηθεί η ελληνική ομάδα και ήξεραν ότι ο Ρίτσαρντσον έπρεπε κι αυτός κάποια στιγμή να ακούσει όσα δεν είχε ακούσει μέχρι τότε.

“Ζήτησα δικαστήριο για να εξεταστεί το αν ο Ρίτσαρντσον είναι ομοφυλόφιλος”

Ζητήσατε δικαστήριο για να εξεταστεί ο Ρίτσαρντσον για ποιο ακριβώς πράγμα;

Ζήτησα δικαστήριο για να εξεταστεί το αν είναι ομοφυλόφιλος. Αν είσαι ομοφυλόφιλος και έχεις κάποιες ιδιαιτερότητες είναι δικαίωμα σου, δεν απασχολεί κανένα. Όταν όμως αυτές οι ιδιαιτερότητες επηρεάζουν τη δουλειά σου, απασχολούν πολύ κόσμο. Ο Κλιντ Ίστγουντ σε μια ταινία είχε πει την φράση “οι απόψεις είναι σαν τις κωλοτρυπίδες, ο καθένας έχει από μία”. Εγώ λοιπόν, την προχώρησα λίγο αυτή την άποψη και είπα ότι “αν είναι πειραγμένη η κωλοτρυπίδα σου, είναι πειραγμένη και η άποψή σου”. Και το χω πει και στον αέρα αυτό.

Ούτε ρατσιστής είμαι ούτε αντιμετωπίζω τους ανθρώπους που έχουν τέτοιες ιδιαιτερότητες ρατσιστικά. Είναι μέλη της κοινωνίας, έχουν την προσωπική τους ζωή, είναι δικαίωμα τους. Όταν, όμως, αυτή η προσωπική σου ζωή σου δημιουργεί κάποια μειονεκτήματα και κάνεις μια δουλειά από την οποία εξαρτώνται διάφορες κοινωνικές ομάδες, πρέπει να είσαι προσεκτικός. Διότι δεν ήταν λάθος αυτό που έκανε. Με τη “σφαλιάρα” του Κούκοτς ο Φασούλας πήγε από τη μία και η μπάλα έφυγε από την άλλη. Ακόμα και ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας μπάσκετ της Κροατίας θα το σφύριζε. Ήταν εσκεμμένο. Έπρεπε και ο κύριος Ρίτσαρντσον να αντιληφθεί ότι δεν μπορεί να παίζει με την ιστορία μιας χώρας, γιατί η Ελλάδα έχει ιστορία στο μπάσκετ.

Αν δεν είχατε την άποψη πως ο Ρίτσαρντσον ήταν ομοφυλόφιλος θα λέγατε το ίδιο;

Όχι, θα έλεγα ότι ο Ρίτσαρντσον είναι ακατάλληλος να κάνει αυτή τη δουλειά, όπως το έχω πει για πολύ κόσμο.

Για την “ειρωνεία” σας στον διαιτητή στο Ολλανδία-Ιταλία για την κλωτσιά του Ματεράτσι στον Φαν Νίστελροϊ, τι έχετε να πείτε;

Δεν μπορείς να κάνεις συνέχεια κριτική στο διαιτητή, ζαλίζεις και τα αυτιά του τηλεθεατή. Στο συγκεκριμένο ματς είχα βαρεθεί να κάνω κριτική και στη συγκεκριμένη φάση λέω “σωστά, δεν τον κλώτσησε”. Όταν λοιπόν ο Ιταλός κλωτσάει τον Ολλανδό και ο διαιτητής λέει παίζεται ενώ είναι μπροστά, τότε είναι σωστό για το διαιτητή, οπότε είναι σωστό γενικώς. Τι να κάνουμε τώρα;

“Είπα στον Μπλάτερ ότι θα του έστελνα βουβουζέλες στη ΦΙΦΑ”

Στο Μουντιάλ της Νότιας Αφρικής με τις βουβουζέλες είχατε σε κάποια μετάδοσή σας κάνει τον εξής διάλογο με το σχολιαστή του αγώνα που περιλάμβανε αρκετή δόση αυτοσαρκασμού: 

Α.Θ.- “Οι βουβουζέλες χαλάνε τον κόσμο”.

Άλλος σχολιαστής: “Και τι να κάνει ο τηλεθεατής; Να κλείσει τον ήχο; Δεν μπορεί.”

Α.Θ.- “Κοίταξε…κλείνουν τον ήχο, δεν ακούνε τις βουβουζέλες, δεν ακούνε και μας. Γλιτώνουν από πολλά”!

Είναι θέμα στάση ζωής και φιλοσοφίας. Αν υποθέσουμε ότι τα Μουντιάλ τα βλέπουμε πάνω από 1.000.000 Έλληνες, δεν είναι ότι όλοι ξετρελαίνονται με τις μεταδόσεις που ακούνε. Ασφαλώς και κάποιοι χαμηλώνουν τον ήχο, ασφαλώς σε κάποιους είσαι αντιπαθής, δεν του αρέσεις βρε αδερφέ και ευκαιρία ήταν να πω κάτι σχετικό, γιατί αυτό το θέμα με τις βουβουζέλες ήταν εξωφρενικό. Οι δημοσιογράφοι ήμασταν μέσα στον κόσμο. Στη βουβουζέλα, φώναζες δεν φυσούσες όπως νόμιζαν όλοι και η φωνή σου έβγαινε στο πολλαπλάσιο. Καταλαβαίνεις τώρα, 50.000 θεατές, 45.000 βουβουζέλες, δεν ακουγόντουσαν τα σφυρίγματα μέσα στο γήπεδο. Ήταν ιδέα του Μπλάτερ που επειδή είχαμε πάντα διαφωνία του είχα πει ότι οι βουβουζέλες προκαλούσαν τρόμο κι ότι θα του έστελνα στην έδρα της ΦΙΦΑ μια εκατοστή τύπους με βουβουζέλες, την ώρα που θα πηγαίνει στο γραφείο του να ακούει τις βουβουζέλες για να δούμε αν θα του αρέσει. Ο Μπλάτερ είπε όχι δεν θα το κάνεις αυτό, γιατί ήξερε ότι μπορεί και να το έκανα. Εσύ όμως γιατί το κάνεις σε εμάς;

“Δεν ήθελα να χαϊδέψω τα αυτιά των τηλεθεατών”

Πολλοί, όπως γνωρίζετε, σας σχολιάζουν αρνητικά για τα παραπάνω.

Δεν με αφορά. Ό,τι μένει στο μυαλό κάποιου είτε θετικό είτε αρνητικό είναι δικαίωμά του. Άλλωστε, για αυτό έχουμε δημοκρατία. Όταν καθόμουν πίσω από το μικρόφωνο δεν είχα ποτέ σαν στόχο πώς θα ικανοποιήσω και θα χαϊδέψω τα αυτιά των τηλεθεατών.

Τι συμβουλές θα δίνατε σε κάποιον που πάει να μεταδώσει για πρώτη φορά έναν αγώνα;

Να ξέρει το σπορ και τους κανονισμούς. Με τη μια άκρη του ματιού του να παρακολουθεί το γήπεδο και με την άλλη το μόνιτορ. Κατά κανόνα σε παρασύρει το μόνιτορ, γιατί ο τηλεσκηνοθέτης εστιάζει στην μπάλα και χάνει το γήπεδο. Δεν μπορείς, θα παρακολουθήσεις την μπάλα, για αυτό είναι καλό να υπάρχει ένας που περιγράφει και ένας που σχολιάζει. Γιατί ο σχολιαστής έχει τη δυνατότητα να βλέπει όλο το γήπεδο και να μεταφέρει στον τηλεθεατή πράγματα που δεν βλέπει εκείνη την ώρα, αλλά μπορεί να τα δει στο επόμενο δευτερόλεπτο. Το μυστικό της επιτυχίας μιας μετάδοσης είναι ο τηλεθεατής να είναι μέσα στο γήπεδο και όχι καθισμένος στην πολυθρόνα του σπιτιού του ξένος και αποκομμένος από αυτό που βλέπει.

Επίσης, ο δημοσιογράφος, πρέπει πάντα να πηγαίνει στο γήπεδο 3-4 ώρες νωρίτερα από τον αγώνα. Στην Ελλάδα και δύο ώρες είναι αρκετές και πάντοτε να κατεβαίνει στα αποδυτήρια να δει από κοντά φυσιογνωμίες, να δει τους παίκτες, να δει κατεβασμένες κάλτσες, να δει τατουάζ, διότι σε ενημερώνω σε ένα παιχνίδι πριν δέκα χρόνια σε ένα κόρνερ πήδηξαν οχτώ “γαϊδούρια” και ένα από τα οχτώ έβαλε γκολ. Εγώ πέτυχα το όνομά του. Ξέρεις πως; Ήταν ο μόνος που έπαιζε με κατεβασμένες κάλτσες και κοίταζα χαμηλά, γιατί δεν μπορούσα να τους ξεχωρίσω, λεπτομέρεια την οποία βλέπεις όταν πας στο ζέσταμα μισή ώρα πριν ξεκινήσει το παιχνίδι. Όταν σε μια ομάδα παίζουν εφτά έγχρωμοι και στην αντίπαλη έξι μην νομίζεις ότι είναι εύκολα τα πράγματα.

Πώς ήταν να σχολιάζετε μαζί με τον Μανώλη Μαυρομάτη;

Ο Μαυρομάτης ανεξάρτητα από τα σχόλια που γίνονταν για αυτόν, για μένα ήταν απόλαυση και ευτυχία να μαι δίπλα του. Τις περισσότερες φορές το μικρόφωνο μου όταν ήμουν μαζί του ήταν κλειστό, γιατί γέλαγα με αυτά που άκουγα. Γιατί εκτός από αυτά που έλεγε στο μικρόφωνο το έκλεινε και έλεγε κι άλλα.

Είχατε ποτέ εχθρική αντιμετώπιση στο γήπεδο;

Όχι. Τα τελευταία χρόνια που δεν πήγαινα στα ελληνικά γήπεδα γίνονταν οι επιθέσεις σε δημοσιογράφους. Τελευταία φορά που πήγα στο ελληνικό πρωτάθλημα ήμουν στα δημοσιογραφικά θεωρία και βρισκόντουσαν εκεί καμιά σαρανταριά άνδρες των ειδικών δυνάμεων ασφαλείας του κάθε παράγοντα και θεώρησα ότι είναι ανίερο σε περίοδο ειρήνης να αισθάνομαι αιχμάλωτος πολέμου.

“Δεν έπρεπε να μπει το στοίχημα στο ελληνικό ποδόσφαιρο”

Τι ομάδα υποστηρίζετε;

Δεν υπήρξα ποτέ οπαδός. Συμπαθούσα τον Παναθηναϊκό, εξαιτίας του πατέρα μου που ήταν Παναθηναϊκός. Αλλά από εκεί και πέρα θυμάμαι ότι κάθε φορά που πήγαινα σε ένα γήπεδο για εμένα δεν μέτραγε αν η μια ομάδα είχε εκατό οπαδούς και η άλλη μόνο έναν. Έπρεπε να αντιμετωπίσω τα πράγματα ρεαλιστικά και σύμφωνα με τους κανόνες. Τα τελευταία χρόνια και εξαιτίας του στοιχήματος για το οποίο εγώ έλεγα ότι δεν έπρεπε να μπει στην ζωή του ποδοσφαίρου και ειδικότερα του ελληνικού, τα πράγματα εξελίχθηκαν πάρα πολύ άσχημα σε σημείο που τα τελευταία 6-7 χρόνια δεν μπορούσα να παρακολουθήσω το ελληνικό πρωτάθλημα.

Όσον αφορά το στοίχημα, ενώ έπρεπε να υπάρχουν κανόνες, γιατί μέσα από αυτούς μπορεί να λειτουργήσει η κοινωνία και τα σπορ, αυτοί παραβιάζονταν επιμελώς. Η πολιτεία ανάλογα με τις πολιτικές της υποχρεώσεις και βλέψεις έκανε τα στραβά μάτια με συνέπεια να ξεφύγει εντελώς το πράγμα και να χουμε όλα αυτά που βλέπουμε κάθε Κυριακή στα γήπεδα.

Στον αγωνιστικό χώρο ή γύρω από αυτόν;

Όχι μόνο εντός αγωνιστικού χώρου, αλλά και εκτός αυτού. Να υπάρχουν σωματοφύλακες, να υπάρχουν πιστόλια, μαχαίρια, θάνατοι. Όλα αυτά ήταν αποτέλεσμα στο οποίο σαφώς φέρουν ευθύνη και οι δημοσιογράφοι. Έχουν μεγάλη συμμετοχή, γιατί καλλιέργησαν τον φανατισμό και ο φανατισμός είναι συνώνυμο της βλακείας.

“Στην Ελλάδα έχουν καταργηθεί οι κανόνες”

Με ποιο τρόπο τον καλλιέργησαν;

Με τα διάφορα συλλογικά έντυπα. Με τις διάφορες παροτρύνσεις, να κερδίσουμε οπωσδήποτε αγνοώντας τους κανόνες, τους οποίους έχουν καταργήσει. Οι ίδιες περιπτώσεις σφυρίζονται πέναλτι και οι ίδιες περιπτώσεις σφυρίζονται αρ άουτ. Αυτό δεν είναι ένα σπορ που θέλουμε να το βλέπουμε. Με αποτέλεσμα η υπόλοιπη Ευρώπη να έχει φύγει μπροστά. Και εκεί υπάρχει το στοίχημα, αλλά εκεί υπάρχουν κανόνες. Και εκεί υπάρχουν περίεργα αποτελέσματα, από την στιγμή που οι μεγαλύτερες εταιρείες των book έχουν αγοράσει μετοχές μεγάλων ομάδων. Υπάρχει επομένως μια σχέση, μια καχυποψία. Όμως μέσα στο γήπεδο έχουν επιβληθεί κανόνες. Οι παράγοντες του ελληνικού ποδοσφαίρου χρόνια τώρα δεν τους ήθελαν τους κανόνες και γενικότερα στον Έλληνα δεν αρέσουν οι κανόνες.

Είναι θέμα νοοτροπίας ή υπάρχει κάποιο συμφέρον από πίσω;

Παλιά ήταν θέμα νοοτροπίας, τώρα υπάρχουν και συμφέροντα. Οικονομικά συμφέροντα. Οι ομάδες δεν μπορούν να συντηρηθούν, ούτε με έναν ούτε με δύο, ούτε με τρεις επενδυτές. Και οι μεγάλες ομάδες στο εξωτερικό το αντιμετωπίζουν αυτό. Από την άλλη πλευρά, δημιουργεί η κάθε ομάδα τα περίφημα φυτώρια υποδομής. Πού είναι αυτά τα φυτώρια; Πού πάνε όλα αυτά τα παιδιά; Δεν μπορεί να είναι όλα αυτά τα παιδιά άχρηστα. Δεν μπορεί από την ώρα που μπαίνουν σε μια ηλικία των εφτά ετών και μαθαίνουν τα μυστικά του σπορ να μην μπορούν να φτάσουν αν όχι σε επίπεδο Α’ Εθνικής τουλάχιστον σε επίπεδο Β’ και Γ’ Εθνικής, με συνέπεια να αγοράζουν παίκτες αμφιβόλου ποιότητας, ηθικής και αξίας και να αντιμετωπίζουμε αυτό το χάλι που βλέπουμε σήμερα.

Οπότε δεν έχουμε καλά τμήματα υποδομής ή βρίσκεται κάτι άλλο από πίσω;

Έχουμε καλά τμήματα υποδομής. Εκεί, όμως, παρεμβαίνουν οι διάφοροι διεθνείς και εγχώριοι μάνατζερ, οι οποίοι προωθούν τα δικά τους συμφέροντα. Και αν ένας σύλλογος δεν έχει τους κατάλληλους ανθρώπους, ειδικούς και εξειδικευμένους στο σπορ, γίνονται όλα αυτά που γίνονται. Αγοράζονται παίκτες εκατομμυρίων, φεύγουν λεφτά στο εξωτερικό και οι παίκτες αυτοί δεν αποδίδουν με τις δυνατότητες που είχαν, αν βέβαια είχαν.

Οι παράγοντες των ομάδων (Σαββίδης, Αλαφούζος, Μαρινάκης) δεν έχουν την εμπειρία να αποτρέψουν κάτι τέτοιο;

Οι παράγοντες που ανέφερες έπρεπε πριν από αρκετά χρόνια να καθίσουν σε ένα τραπέζι και να βάλουν κανόνες στο παιχνίδι, γιατί το παιχνίδι χρειάζεται κανόνες. Δεν το έκαναν. Ο Ολυμπιακός παίρνει το πρωτάθλημα τα τελευταία χρόνια, στην Ευρώπη όμως δεν είχε τα ανάλογα αποτελέσματα. Είχε μερικές εκλάμψεις, γιατί είχε καλή ομάδα, έφτανε όμως μέχρι ένα σημείο χωρίς να μπορεί να πάει παραπάνω. Τα τελευταία χρόνια επιδεινώθηκε αυτό, διότι δεν υπήρχε ανταγωνισμός στο ελληνικό πρωτάθλημα. Όταν δεν υπάρχει ανταγωνισμός για να γίνεις καλύτερος, θα παραμένεις σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο. Αυτό είναι λάθος. Είναι λάθος η φιλοσοφία ολόκληρου του ελληνικού ποδοσφαίρου.

Το παράδειγμα της Γιουβέντους

Οπότε τι πρέπει να κάνει ο Ολυμπιακός για να πάει πιο μπροστά στην Ευρώπη;

Θα σου δώσω ένα παράδειγμα. Κάποτε ο αείμνηστος Τζιάνι Ανιέλι, ιδιοκτήτης της Γιουβέντους και της “FIAT” διαπίστωσε ότι η ομάδα του έπαιρνε το πρωτάθλημα Ιταλίας ξεκούραστα. Φώναξε λοιπόν αρκετούς οικονομικούς παράγοντες της εποχής, τους ζήτησε να του πουν τη γνώμη τους για το πώς μπορούν να βελτιώσουν το ιταλικό πρωτάθλημα.

Τη συγκεκριμένη εποχή αγοράστηκαν ποδοσφαιριστές μεγάλης αξίας όπως ο Μαραντόνα και ο Φαλκάο μετά το Μουντιάλ της Ισπανίας το ’82, με συνέπεια να πάρει και η Νάπολι το πρωτάθλημα. Υπήρξε ανταγωνισμός, έγινε κανονικό πρωτάθλημα. Υπήρχαν παίκτες μεγάλοι και στις άλλες ομάδες και δεν το πήρε η Γιουβέντους.

Αυτό όμως έκανε καλό στην Γιουβέντους;

Βεβαίως, γιατί νωρίτερα υπήρξε εφησυχασμός και στην Ευρώπη η Γιουβέντους δεν είχε τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Και πριν το στοίχημα βλέπαμε όμως περίεργα πράγματα εντός και εκτός γηπέδων.

Πριν υπήρχε μόνο η ιδιοτέλεια να πάρω τον τίτλο. Αυτό αν κινείται στις παρυφές της νομιμότητας, μέχρι ένα βαθμό είναι δικαιολογημένο. Όμως, το στοίχημα μετέτρεψε αυτή την ιδέα του να βγω πρωταθλητής, την άλλαξε. Το στοίχημα και το κάθε στοίχημα αν βρει μπροστά του κανόνες εναρμονίζεται με τους κανόνες. Είναι υποχρεωμένο να το κάνει.

Παλιότερα, υπήρχαν κάποια παιχνίδια που υπήρχε συνεννόηση των παικτών μέσα στο γήπεδο. Π.χ. για να σωθεί μια ομάδα έλεγαν “δώστε μας ρε παιδιά το παιχνίδι”, αλλά τώρα δεν υπάρχει αυτό το κίνητρο της αποφυγής του υποβιβασμού και της κατάκτησης του πρωταθλήματος. Υπάρχουν άλλα κίνητρα, τα οποία είναι εντελώς διαφορετικά από τον βασικό σκοπό που έχει το άθλημα. Κατ’ αρχήν το άθλημα σε ολόκληρη την Ευρώπη, προσελκύει θεατές. Όλα τα γήπεδα είναι γεμάτα. Εδώ; Γιατί είναι άδεια; Φταίω εγώ; Φταίνε οι παράγοντες και η πολιτεία. Και οι δύο μαζί τα έχουν κάνει μούσκεμα.

Δεν τα θέλουν γεμάτα;

Δεν κόβουν εισιτήρια; Δεν πρέπει να υπάρχει προβολή του αθλήματος; Προβολή μέσα από πού υπάρχει; Μέσα από την τηλεόραση; Που η τηλεόραση σταμάτησε να δείχνει τα έκτροπα. Και τι έγινε που σταμάτησε να τα δείχνει; Σταμάτησαν τα έκτροπα να γίνονται; Το ποδόσφαιρο είναι μια ολόκληρη φιλοσοφία, γιατί προέρχεται μέσα από μια κοινωνία και εκεί πρέπει να επιστρέψει. Δυστυχώς, όπως συμβαίνει σε κοινωνίες όπου η ντόπια ολιγαρχία και το πολιτικό σύστημα είναι άρρηκτα συνδεδεμένες, αυτός ο τόπος δεν μπαίνει ποτέ στην ανάπτυξη, όχι μόνο στον αθλητισμό, αλλά παντού με συνέπεια σιγά σιγά ο χρόνος να αλλοιώνει τα χαρακτηριστικά του και να ακολουθεί την μοίρα και την πορεία του.

Το άνοιγμα της ΕΡΤ και την αλλαγή ηγεσία της, πώς τα βλέπετε;

Ήταν πλήγμα για την δημοκρατία ο τρόπος που έκλεισε η ΕΡΤ. Πολλοί ή λίγοι εργαζόμενοι, αυτό το κρίνει η εκάστοτε πολιτική ηγεσία και οι ανάγκες του να καλύψει ολόκληρη την επικράτεια. Ραδιόφωνο, ΕΡΤ-3, ΕΡΤ είναι ένας γίγαντας, ο οποίος μόλις ήρθαν τα ιδιωτικά κανάλια έπρεπε να “κοιμηθεί” λίγο, να μην έχει και απαιτήσεις για να βγουν και τα ιδιωτικά κανάλια μπροστά. Μέχρι εδώ όλα καλά. Η ΕΡΤ, όμως, τόσο στον χώρο τον δικό μας όσο και στον χώρο των τεχνικών, προσφέρει θέσεις εργασίας. Δεν είμαι εγώ αυτός που θα πει ότι το κανάλι έπρεπε να πάρει 200 και όχι 100 εργαζόμενους. Τις ανάγκες τις ξέρει η ηγεσία της ΕΡΤ.

Η ΕΡΤ για να είναι απαραίτητη πρέπει να υπάρχει σε μια μορφή όπου μπορεί και ταξιδεύει τον Έλληνα και μέσα στη χώρα του και έξω από αυτή. Έχει απεριόριστες δυνατότητες. Δυστυχώς υπήρχαν στο παρελθόν ωμές παρεμβάσεις από κόμματα και ηλιθιωδώς σκεπτόμενους πολιτικούς προϊσταμένους, οι οποίοι περιόριζαν τον ρόλο της. Νομίζω ότι καλώς ξανάνοιξε, καλώς λειτουργεί και ελπίζω να λειτουργήσει στην γραμμή και την κατεύθυνση ότι απευθύνεται σε όλους τους Έλληνες φορολογούμενους και ότι δεν θα μπει σε κάποιο πολιτικό άρμα, γιατί έτσι χάνει την ταυτότητα και τον προορισμό της.

“Υπάρχουν τεράστια ηθικά ζητήματα στο θέμα της ΕΡΤ”

Πώς μπορούμε να μιλάμε για ταυτότητα και προορισμό ενός καναλιού, για το οποίο είχαν βγει λίστες με υπέρογκα ποσά που έπαιρναν συνάδελφοι σας στο αθλητικό τμήμα;

Μου ζητάς να μιλήσω για πράγματα που έχω καταθέσει πολλές φορές γραπτώς εντός της οικογενείας της ΕΡΤ. Δυστυχώς έτσι όπως είναι η νομολογία και ο κανονισμός της ΕΡΤ δεν υπάρχουν ποινικές, αλλά υπάρχουν ηθικές ευθύνες. Αυτές πρέπει να αναζητηθούν στην εκάστοτε ηγεσία της ΕΡΤ. Ο άλλος θα σου πει ότι αξιολογώ ότι ο κύριος τάδε πρέπει να παίρνει τόσα χρήματα, όπως ένας συνεργάτης του κυρίου Τσίπρα έπαιρνε 120.000 ευρώ. Πως κάποιος άλλος έπρεπε να παίρνει 50.000 το μήνα για να μας φτιάχνει ένα ντοκιμαντέρ. Αυτό είναι ένα τεράστιο ηθικό ζήτημα. Δεν έπρεπε να συμβαίνουν τέτοια πράγματα στην ΕΡΤ. Έγιναν επίσημα συζητήσεις και αναφορές επί του θέματος, ότι αυτό πρέπει να σταματήσει γιατί θα βγει προς τα έξω και δεν θα είναι καλό για την εταιρεία. Δεν εισακούστηκα όμως. Ο λαός, όμως,  έχει μια παροιμία: “ο καθένας όπως έστρωσε κοιμάται”.

Η ΕΡΤ έχει κατηγορηθεί κατά καιρούς και ιδιαίτερα σε Ολυμπιακούς Αγώνες ότι βάζει να περιγράψουν κάποιο άθλημα, ανθρώπου που δεν το γνωρίζουν

Ο κάθε δημοσιογράφος πήγαινε και έκανε μεταδόσεις στη διάρκεια της σεζόν σε πανελλήνια πρωταθλήματα διαφόρων αθλημάτων. Οι συνάδελφοι που πήγαιναν και έκαναν τις μεταδόσεις του ελληνικού πρωταθλήματος στο μπάσκετ, μετέδιδαν το μπάσκετ στους Ολυμπιακούς. Το ίδιο συνέβαινε και στα άλλα αθλήματα. Υπήρχαν και άνθρωποι όπως ο Γιάννης ο Θεοδωρακόπουλος και ο Νίκος ο Τσώνης που τους άρεσε η άρση βαρών, στον Αντωνιάδη και στην Γκίκα άρεσε η γυμναστική. Πήγαιναν, λοιπόν, σε αυτά τα αθλήματα και τα και κάλυπταν. Αν δεν έχεις πάει να παρακολουθήσεις αυτά τα σπορ πρώτα στην Ελλάδα, δεν μπορείς να πας στους Ολυμπιακούς Αγώνες και να πάρεις το μικρόφωνο. Δεν είχαμε τρίαθλο στην Ελλάδα. Οπότε έπρεπε να διαβάσεις να ενημερωθείς και να μεταδόσεις. Στους Αγώνες, οι δημοσιογράφοι ήταν 15-20, αλλά δεν υπήρχε η πολυτέλεια να πάρουμε και έναν χωριστά για το πινγκ-πονγκ.

“Δεν είμαι μαζοχιστής για να παρακολουθώ ελληνικό πρωτάθλημα”

Θα παρακολουθήσετε το ελληνικό πρωτάθλημα  που μόλις ξεκίνησε;

Εμένα δύο είναι οι ομάδες στο ποδόσφαιρο που με ενδιαφέρουν πάρα πολύ και τις παρακολουθώ. Η μία είναι η Λίβερπουλ και η άλλη είναι η Ρόμα. Η Ρόμα και λόγω πολιτικής ιδεολογίας. Η Λίβερπουλ είναι μια αγάπη που ξεκίνησε από τα παιδικά χρόνια, διότι όταν ήρθε η τηλεόραση μετά το Μουντιάλ στο Μεξικό, η πρώτη ομάδα που είδα στην τηλεόραση ήταν η Λίβερπουλ και κόλλησα. Είναι παιδικές αρρώστιες αυτές, δεν μπορείς να τις αποβάλεις εύκολα. Όχι, δεν θα το παρακολουθήσω το ελληνικό πρωτάθλημα. Θα το παρακολουθήσω από ένα σημείο και έπειτα, όταν διαπιστώσω ότι πράγματι υπάρχει ένας υγιής ανταγωνισμός, έχουν μπει κανόνες, πλαίσια, θωρακίστηκε το αγωνιστικό κομμάτι.

Τον Παναθηναϊκό δεν θα τον παρακολουθήσετε;

Τον Παναθηναϊκό τον βλέπω στην Ευρώπη. Ο Παναθηναϊκός δεν μετέχει στο ελληνικό πρωτάθλημα; Δεν κάνω ούτε εκπτώσεις ούτε εξαιρέσεις, ακόμα και αν πρόκειται για την ομάδα μου. Συμμετέχει σε ένα πρωτάθλημα το οποίο είναι αναξιόπιστο. Το λέει ο Παναθηναϊκός και οι περισσότεροι ότι το πρωτάθλημα είναι αναξιόπιστο. Εγώ γιατί να το παρακολουθήσω; Αφού μου λες ότι αυτό που βλέπεις είναι αναξιόπιστο. Ούτε τρελός είμαι, ούτε μαζοχιστής.

“Έπεισα τον εαυτό μου ότι επρόκειτο για υπαλλήλους της Εθνικής τράπεζας”

Για την Εθνική ποδοσφαίρου τι έχετε να πείτε;

Εκεί που ήμασταν πρώτοι στην Ευρώπη καταλήγουμε να χάνουμε από το Φερόε. Η εθνική ομάδα είναι ο καθρέφτης του πρωταθλήματος, αν και αρκετοί παίζουν στο εξωτερικό, όμως από δω έφυγαν. Δεν γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στο εξωτερικό και απέκτησαν μια άλλη νοοτροπία. Από δω έφυγαν, ήταν καλοί και παίζουν στην Εθνική ομάδα. Περίμενα να είχε πτώση η Εθνική ομάδα. Όλα τα πράγματα ανεβαίνουν και πέφτουν. Δεν περίμενα, όμως, τόσο μεγάλη πτώση. Με αιφνιδίασε και με εξέπληξε αρνητικά.

Δεν μπορείς να παίζεις με τα Φερόε και να παρουσιάζεις αυτό το θέαμα. Εγώ δεν στέκομαι σε αυτό που γράφει ο φωτεινός πίνακας. Έχει άλλη φιλοσοφία το κάθε σπορ. Μπορεί να παίξεις καλά, να είσαι καλύτερος και να χάσεις ένα παιχνίδι. Δεν πίστευα ότι αυτή η Εθνική ομάδα που έπαιζε με τα νησιά Φερόε ήταν η δική μας ομάδα. Έπεισα τον εαυτό μου στο τέλος ότι επρόκειτο για μια άλλη ομάδα, υπαλλήλους της εθνικής τράπεζας, της εθνικής αντίστασης, κάτι σε εθνική αλλά όχι σε εθνική ομάδα ποδοσφαίρου.

Αν είναι καθρέφτης του ελληνικού ποδοσφαίρου, το 2004 πώς πήραμε το ευρωπαϊκό;

Τότε πέσαμε πάνω στον Ρεχάγκελ, μας υποτίμησαν βασικά καλές ομάδες και παρουσιάσαμε μια ομάδα στη συνταγή να μην φάμε γκολ οπωσδήποτε και μπροστά με μισό μηδέν να πάρουμε το ματς. Αυτή η συνταγή πέτυχε. Προσωπικά με το Ρεχάγκελ σαν άνθρωπο δεν θα καθόμουν να πιω μια μπίρα, αλλά σαν προπονητής είμαι υποχρεωμένος να τον παραδεχτώ. Πέτυχε αυτή τη γερμανική συνταγή με την ξεροκεφαλιά του. Έπεισε αυτά τα μεγάλα ονόματα του ελληνικού ποδοσφαίρου ότι μπορούν να φτάσουν στην κορυφή.

Σας έχει μείνει κάποιο απωθημένο από τη δουλειά σας, κάτι που δεν καταφέρατε;

Δεν έχω απωθημένα. Νομίζω ότι είμαι από τους λίγους ανθρώπου που η δουλειά μου μου τα πρόσφερε όλα. Δεν αδίκησα ποτέ τη δουλειά μου. Αδίκησα όμως τον εαυτό μου.

Γιατί το λέτε αυτό;

Θα μπορούσα να είχα πάρει μια διαφορετική πορεία, να είχα συνεργαστεί με διάφορους μεγαλοπαράγοντες της εποχής και να είχα μια διαφορετική διαδρομή.

Υπήρχαν δηλαδή προτάσεις;

Αρκετές. Να κάνω πράγματα που αργότερα θα είχα πρόβλημα με τη συνείδηση μου. Να στηρίξω καταστάσεις και πρόσωπα, αλλά δεν το έκανα και κοιμάμαι ήσυχος τα βράδια.

Πηγή: contra.gr

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*